2015-07-28 08:07:00

Μια μικρή νεοελληνική ιστορία.

By antidiaploki
Ημερομηνία αρχικής ανάρτησης : 2015-07-28 08:07:00 Timestamp ID : 1438070820

Στην όμορφη και ηλιόλουστη Ελλάδα, μια φορά και έναν καιρό, ήταν ένας πατέρας μιας τετραμελούς οικογένειας που χρωστούσε πολλά στις τράπεζες. Είχε μια γυναίκα, ένα παιδί ενήλικο και ένα μωρό. Αγόρασε ένα σπίτι με στεγαστικό, το επίπλωσε με καταναλωτικό, πήρε αυτοκίνητο με ένα τρίτο δάνειο. Είχε ένα εισόδημα από μια ανειδίκευτη εργασία. Και όμως έπαιρνε πολλά επειδή η επιδότηση ήταν μεγάλη από έναν διεθνή οργανισμό. Οι όροι για την επιδότηση της επιχείρησης ήταν η σταθερή ανάπτυξη και η κερδοφορία. Έτσι ο διεθνής οργανισμός θα έβγαζε κέρδη σαν συμμέτοχος της ανάπτυξης.

Η ανάπτυξη όμως δεν ήλθε για την επιχείρηση γιατί το αντικείμενο της είπαν ότι είναι ξεπερασμένο και πλέον ξέμενε από πελάτες. Δεν είχε φροντίσει η επιχείρηση να εξελιχθεί και είχε βολευτεί στα πρόσκαιρα εισοδήματα και κυρίως στην επιδότηση του διεθνούς οργανισμού. Έτσι δεν μπορούσε να συντηρήσει πλέον καλά αμειβόμενες επιδοτούμενες θέσεις και πρώτα έκοψε μισθό από τον ανειδίκευτο. Ο ανειδίκευτος (ο πατέρας της 4μελούς οικογένειας) με τη σειρά του δεν μπορούσε να πληρώσει τα τρία δάνειά του στην τράπεζα. Και αποφάσισε να κάνει οικογενειακό συμβούλιο.

Στο οικογενειακό συμβούλιο, η γυναίκα του πρότεινε να ξεκινήσει να βρει άμεσα μια άλλη, αποδοτικότερη εργασία και ταυτόχρονα να κόψουν τις εξόδους και τα ταξίδια για 1-2 χρόνια, μέχρι να ξεπληρώσουν τα 2 από τα 3 δάνεια. Ταυτόχρονα προσφέρθηκε να ξεκλέψει λίγες ώρες την ημέρα από τη φροντίδα των παιδιών, ώστε να δουλέψει από το σπίτι. Το ενήλικο παιδί που είχε καλομάθει (ή κακομάθει) όλα αυτά τα χρόνια, δυσανασχέτησε γιατί η στέρηση εξόδων και η περικοπή στο χαρτζιλίκι ήταν πολύ άβολη. Δεν μπορούσε να χωρέσει το μυαλό του ότι από την άνεση θα κατέληγε στον περιορισμό, ειδικά τώρα που τα άλλα παιδιά της ηλικίας του από άλλες γειτονιές περνούσαν τέλεια. Το μικρό παιδί δεν μπορούσε να μιλήσει δεν καταλάβαινε καν τι γινόταν και απλά είχε ανάγκη φροντίδας.

Ο πατέρας όμως ήταν χρόνια εκτός πραγματικής αγοράς. Είχε βολευτεί στην επιδοτούμενη θέση και είχε ξεχάσει τι σημαίνει πραγματική εργασία και εξειδίκευση. Η πρόταση της γυναίκας του να βρει άλλη εργασία σήμαινε εκτός των άλλων διπλάσια ωράρια και κόπο, καθώς θα έπρεπε να μάθει ένα νέο αντικείμενο και να εργαστεί πλέον πραγματικά σε αυτό. Από την άλλη, ντρεπόταν να τα πει όλα αυτά στην οικογένειά του. Δεν ήθελε να πει στο γιο του ότι ήταν κακομαθημένος και ότι έπρεπε και αυτός να βρει δουλειά, δεν ήθελε να ξεπέσει στα μάτια της γυναίκας του ομολογώντας την πρακτική του ανικανότητα να βρει μια νέα αποδοτική εργασία. Έπρεπε όμως να βρει μια λύση.

Είπε λοιπόν στη γυναίκα του ότι δεν θα ταλαιπωρήσει τα παιδιά του για να κερδίσει περισσότερα χρήματα μια μεγάλη και απρόσωπη τράπεζα. Αυτό θα ήταν απάνθρωπο, φασιστικό και καταπιεστικό. Η λύση που πρότεινε ήταν να πάει στην τράπεζα να κάνει διαπραγμάτευση των δανείων. Και έτσι ξεκίνησε. Συζήτησε με φίλους, με δικηγόρους, με συγγενείς. Όλοι του έλεγαν πως οι όροι είναι αδιαπραγμάτευτοι και ότι τους είχε υπογράψει. Και όμως, ήθελε να καταφέρει απομείωση χρέους. Το 70% του χρόνου του είπε πως το αφιέρωνε σε αυτή την προσπάθεια πλέον. Του περίσσευε χρόνος μόνο για ύπνο και φαγητό. Παράτησε και την χαμηλά πλέον αμειβόμενη επιδοτούμενη εργασία του για να εξοικονομήσει περισσότερο χρόνο στη διαπραγμάτευση με την τράπεζα, ελπίζοντας πως θα βρει κάποιο παραθυράκι.

Η γυναίκα του συνεχώς τον προειδοποιούσε να σταματήσει αυτό που κάνει γιατί η μοναδική λύση είναι η έγκαιρη εκ μέρους του ανεύρεση εργασίας. Ήταν κρίμα να χαραμίζει έτσι το χρόνο του. Η τράπεζα θα μπορούσε να πειστεί για ένα νέο, ευνοϊκότερο δάνειο που θα αποπλήρωνε τα παλαιότερα, μόνο αν έβλεπε ότι πλέον είχε μια αποδοτική εργασία. Όμως αυτός έχοντας στο μυαλό του ότι ήταν δύσκολο να ξεκινήσει τη ζωή του από την αρχή σε μια νέα απαιτητική δουλειά, προτίμησε να συνεχίσει τον αγώνα του εναντίον της τράπεζας. Ο ενήλικος γιος του είχε απόθεμα από χαρτζιλίκι από τις παλιές εποχές και τον παρότρυνε προς αυτή την κατεύθυνση: "πάνω τους πατέρα, δεν θα μας γονατίσουν". Η γυναίκα του όμως αγωνιούσε γιατί ήξερε πως της τελείωναν τα τρόφιμα και πως το μικρό παιδί ήθελε και τα φάρμακά του. Αν πάθαινε κάτι ο άνδρας της, όλα θα τινάσσονταν στον αέρα.

Πέρασαν 6 μήνες σε αυτό το κλίμα. Ο πατέρας καθημερινά έψαχνε λύση με τα δάνεια. Αλλά οι τόκοι συσσωρεύονταν, τα ληξιπρόθεσμα αύξαναν, τα λίγα χρήματα που είχε στην άκρη εξανεμίστηκαν. Δεν ήταν σε θέση να διαπραγματευτεί, ό,τι και αν σκαρφιζόταν στα λόγια. Μόνο με λόγια τίποτα τελικά δεν φαίνεται να καταφέρνει, η τράπεζα δεν παίρνει από λόγια. Τσακώθηκε με τους φίλους του, αρρώστησε, μπήκε στο νοσοκομείο και οι γιατροί του είπαν ότι πρέπει να παραμείνει σε ανάνηψη για τουλάχιστον δύο χρόνια για να μπορέσει να επανέλθει στην καθημερινότητά του. Μέχρι τότε, αν έπρεπε να εργαστεί, θα έπρεπε να το κάνει μόνο σε καθιστή θέση από το σπίτι. Όμως αυτό ήταν φρικτό: είχαν περιορίσει πολύ τις δυνατότητές του πλέον. Τουλάχιστον πριν 6 μήνες, όσο ανειδίκευτος και άπειρος και αν ήταν, είχε περισσότερες πιθανότητες να βρει μια δουλειά. Τώρα με τον περιορισμό αυτόν, όλα φαντάζουν βουνό.

Έτσι λοιπόν είναι η κατάσταση. Τα ληξιπρόθεσμα αυξάνουν, οι τόκοι έχουν φτάσει στα ύψη. Και το ερώτημα που ανακύπτει είναι το εξής: η γυναίκα του θα τα καταφέρει να τα φέρει εις πέρας όλα μαζί; Να συντηρήσει τον εαυτό της και τον άνδρα της, να ταΐσει το μωρό της; Να βρει μια άκρη με το ενήλικο παιδί της που ζητάει χαρτζιλίκι και "αξιοπρέπεια" στο ντύσιμο σε σχέση με τα άλλα ενήλικα παιδιά της γειτονιάς; Τρομαχτικές σκέψεις περνούν από το μυαλό της να αφήσει τα παιδιά της σε ίδρυμα, να παρατήσει τον άνδρα της και να πάει στη Βουλγαρία. Τι θα κάνει τελικά;

Συνεχίζεται…

ΡΟΛΟΙ:

ΑΝΔΡΑΣ: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

ΤΡΑΠΕΖΕΣ: ΕΥΡΩΖΩΝΗ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ: ΕΛΛΑΔΑ

ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ: ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ

ΓΥΝΑΙΚΑ: ΙΔΙΩΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

ΕΝΗΛΙΚΟ ΠΑΙΔΙ: ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

ΜΩΡΟ: ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΙ ΚΑΙ ΜΗ ΕΝΕΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ