Μια ιστορική αναδρομή των μισθολογικών αλλαγών των δημοσίων υπάλληλων της Ελλάδας
Ημερομηνία αρχικής ανάρτησης : 2015-09-02 10:32:00 Timestamp ID : 1441189920
“Νέο ενιαίο μισθολόγιο αναμένεται να εφαρμοστεί στο Δημόσιο από το 2016, βάσει της συμφωνίας της Ελλάδας με τους δανειστές, ενώ προβλέπεται και ο εξορθολογισμός των ειδικών μισθολογίων που αφορούν σε 250.000 δημοσίους υπαλλήλους.”
Διαβάζοντας κανείς τα παραπάνω και αναλογιζόμενος το πάγωμα και το κούρεμα των μισθών του δημοσίου τα τελευταία ομολογουμένως δύσκολα χρόνια, αυθόρμητα, σχεδόν ακούσια αναλογίζεται εκείνη την εποχή της ανεμελιάς που σε μία χρονιά οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων υπερτριπλασιάζονταν τουλάχιστον. Αποφασίζοντας λοιπόν ο οποιασδήποτε να ψάξει και να ενημερωθεί αναλυτικά για το τι συνέβη κατά την διάρκεια της «εποχής των παχυλών αγελάδων» και των ακόμη πιο παχυλών μισθών μπορεί να βρει πολλά, αλλά αυτά τα οποία μπορούν να θεωρηθούν πιο αξιόπιστα προέρχονται από την Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και συνοπτικά περιγράφονται παρακάτω
Ξεκινώντας από την αρχή και την πρώτη περίοδο έρευνας του άρθρου μας οδηγούμαστε στον Αναγκαστικό Νόμο 1502/1950 ο οποίος καθιέρωσε για πρώτη φορά ενιαίο μισθολόγιο για τους Δημόσιους Υπαλλήλους. Η νομοθεσία συνοπτικά προέβλεπε την σύνδεση του βαθμού του κρατικού υπαλλήλου με τον μισθό, την μισθολογική εξίσωση των υπαλλήλων ίδιου βαθμού, την κατάργηση των κατά κλάδους επιδομάτων και των πάσης φύσεως εναλλακτικών παροχών καθώς και τον διαχωρισμό των αμοιβών των τακτικών υπαλλήλων, των δικαστικών, των στρατιωτικών και των εκπαιδευτικών. Ο ανώτερος βασικός μηνιαίος μισθός κρατικού υπαλλήλου (Πληρεξούσιος Υπουργός Α', Γενικός Δ/ντης) ήταν οι 3.600,00 δρχ. Ο κατώτερος βασικός μηνιαίος μισθός Κρατικού Υπαλλήλου ( Γραφέυς Β' Τάξεως, Κλητήρ Β' Τάξεως, Υπάλληλος κλητήρ δικαστηρίων, Υπηρέτης και εργάτης βασικού μισθού) ήταν από 300,00 δρχ έως 570,00 δρχ. Η απόκλιση συνεπώς ανώτερου με κατώτερου μισθού ήταν ένα προς δώδεκα (1/12). Αξίζει να συγκρατήσουμε και την πληροφορία ότι ο αριθμός των δημόσιων υπαλλήλων κατά το έτος 1974 ήταν 112.896. Η όλη κατάσταση θα πρέπει να συνεκτιμηθεί συγκρινόμενη και με την κατάσταση της χώρας την συγκεκριμένη περίοδο (1950 – 1978). Μιλάμε για μια μεταπολεμικά αναπτυσσόμενη οικονομία με μέσο όρο ανάπτυξης άνω του 10%. Η δραχμή υποτιμάτε το 1953 κατά 100%. Τέλος ο πληθωρισμός κατά την περίοδο 1961 – 1967 είναι 2,14% και κατά την περίοδο 1967 – 1974 7,15%
Περνώντας στην δεύτερη εξεταζόμενη περίοδο και στο επόμενο ενιαίο μισθολόγιο το οποίο και συντάχτηκε με τον νόμο 754/1978 είναι εύκολο να αντιληφθούμε ότι στόχος του νομοθέτη ήταν να άρει την άνιση μισθολογική μεταχείριση και να εισάγει 5 γενικά επιδόματα για τους πολιτικούς υπαλλήλους και ένα πλήθος ειδικών επιδομάτων για κάθε κατηγορία υπαλλήλων.
Ο ανώτερος βασικός μηνιαίος μισθός κρατικού υπαλλήλου (1oυ Βαθμού) ήταν οι 33.000,00 δρχ ενώ ο Κατώτερος βασικός μηνιαίος μισθός κρατικού υπαλλήλου (12ου Βαθμού): 8400,00 δρχ. Ο αριθμός των δημόσιων υπαλλήλων αυξάνεται από 112.896 σε 121.789 κατά το έτος 1981 και σε 208.531 κατά το έτος 1982 . Η απόκλιση ανώτερου με κατώτερου μισθού μειώθηκε σε ένα προς τέσσερα σχεδόν (1/3,92). Και αυτή η κατάσταση θα πρέπει να συνεκτιμηθεί συγκρινόμενη και με την κατάσταση της χώρας η οποία εισέρχεται στην οικονομική κρίση του 1974 που πλήττει συνολικά την Ελληνική οικονομία. Με τον ρυθμό ανάπτυξης να είναι επίσημα στο -0,22% η χαμηλή ετήσια ανάπτυξη ή ακόμα και υπανάπτυξη που υφίσταται η ελληνική οικονομία κατά την περίοδο 1980 – 1984 απαγορεύει την όποια αύξηση μισθών.
Περνώντας στην τρίτη και τελευταία περίοδο και στην μετά του 1984 εποχή, το οποίο θεωρείται και έτος σταθμός της επονομαζόμενης μισθολογικής επανάστασης έχουμε μια μεγάλη αλλαγή στο νομικό καθεστώς. Με τον νόμο 1505/1984 εισάγεται ουσιαστικά για πρώτη φορά η αποσύνδεση μισθού και βαθμού υπαλλήλου ενώ από 12 τα βαθμολογικά κλιμάκια έγιναν 28. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ενιαίο μισθολόγιο νόθευσαν τελικά κατά την εφαρμογή του νόμου τα χιλιάδες ειδικά και γενικά επιδόματα που εισήχθησαν με υπουργικές αποφάσεις τα επόμενα χρόνια και μέχρι το 1997 όπου και άλλαξε και πάλι ο νόμος. Ο ανώτερος βασικός μηνιαίος μισθός κρατικού υπαλλήλου (1oυ Βαθμού) αυτής της περιόδου ήταν 52.000,00 δρχ. Την ίδια στιγμή ο κατώτερος βασικός μηνιαίος μισθός κρατικού υπαλλήλου (28ου Βαθμού): διαμορφωνόταν στις 25.000,00 δρχ. Η απόκλιση ανώτερου με κατώτερου μισθού πέφτει στο ένα προς δύο (1/2.08) καταργώντας ουσιαστικά την έντονη μισθολογική διαφοροποίηση των κλιμακίων. Τέλος ο αριθμός δημόσιων υπαλλήλων κατά το έτος 1990 αγγίζει για πρώτη φορά τους 255.438 και επίσημα υπερδιπλασιάζεται σε λιγότερο από 16 χρόνια.
Συνοψίζοντας την αναφορά μας αξίζει να υπογραμμιστεί ότι από το 1950 έως το 1978 περάσαμε σε μία αύξηση μισθών κατά 2800% στα κατώτερα κλιμάκια και κατά 900% στα ανώτατα κλιμάκια πλήρως δικαιολογημένη όμως από οικονομικής πλευράς μιας και στα 28 χρόνια που περάσαν η Ελλάδα βίωσε πρωτοφανή ουσιαστική ανάπτυξη και πολύ μεγάλους πληθωρισμούς. Από το 1978 έως το 1984 είχαμε μία αύξηση μισθών κατά 300% στα κατώτερα κλιμάκια και κατά 157% στα ανώτατα κλιμάκια σε περίοδο υπανάπτυξης και πληθωρισμού ο οποίος όμως προκαλούνταν τεχνηέντως από την βίαιη εισροή κεφαλαίων στην Ελληνική οικονομία μέσω του δανεισμού. Ο μισθός του κατώτερου κλιμακίου δημοσίων υπαλλήλων κατά μέσο όρο στην Ελληνική οικονομία αυξανόταν κατά 100% κάθε χρόνο μέχρι το 1978 και κατά 50% κατά την περίοδο 1978 -1984.
Συμπερασματικά η αύξηση των μισθών σε οικονομικούς όρους ήταν αδικαιολόγητη για την τότε περίοδο και "εξωτερικά" υποβασταζόμενη από κοινοτικά κονδύλια και πακέτα στήριξης. Αν τώρα κάποιος συνυπολογίσει και τον πολλαπλασιασμό των δημοσίων υπαλλήλων κατά τα επόμενα χρόνια αντιλαμβανόμαστε ότι το πρόβλημα εντάθηκε και κατέληξε στην σημερινή κατάσταση του δημοσίου μισθολογίου πολλών ταχυτήτων και στο δημόσιο των 800.000 υπαλλήλων κάπου στο 2010.
Γεωργία Παρασκευοπούλου του Δημητρίου
Υποψήφια Β’ Εκλογικής Περιφέρειας Θεσσαλονίκης με την Ένωση Κεντρώων