Σύγχρονοι Πρόσφυγες – Ανησυχίες και προβληματισμοί
Ημερομηνία αρχικής ανάρτησης : 2016-02-28 18:37:00 Timestamp ID : 1456684620
Θα κλείναμε ποτέ την πόρτα μας στο Sigmund Freud στο Rudolf Nureyev ή στον Albert Einstein; Τι θα γινόταν ο κόσμος αν γυρνούσαμε τις πλάτες μας σε αυτούς τους πρόσφυγες ;
Οι πρόσφυγες είναι άνδρες, γυναίκες και παιδιά, που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους από φόβο για την ζωή και την ελευθερία τους, σε αντίθεση με τους μετανάστες που εκπατρίζονται οικειοθελώς.
Ποια προβλήματα άραγε προκύπτουν για τους ίδιους και για τις χώρες υποδοχής και ποιοι οι τρόποι αντιμετώπισής τους, από τους Διεθνείς Οργανισμούς, τα κράτη και τα μεμονωμένα άτομα;
Παγκοσμίως ένας στους εκατό τριάντα ανθρώπους, αναγκάζεται να εκπατριστεί που σημαίνει είκοσι εκατομμύρια πρόσφυγες και από τους οποίους τα οκτώ εκατομμύρια το 1970. Έως το 1997 ένας μέσος όρος οκτώ χιλιάδων ατόμων αναγκάζονταν να εγκαταλείψει τις προγονικές του εστίες.
Η σύγχρονη πραγματικότητα που αφορά στους πρόσφυγες δίνει δύο διαστάσεις του προβλήματος, αυτή που αφορά στους οικονομικούς και αυτή που αφορά στους πολιτικούς πρόσφυγες.
Στα επόμενα δέκα χρόνια το φαινόμενο υποστηρίζουν οι ειδικοί, θα είναι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα των σύγχρονων κοινωνιών και η αντιμετώπισή του θα επιβάλλει μια ευρύτερη διακρατική συνεννόηση με σκοπό την αντιμετώπιση των πολλαπλών συνεπειών του. Συνεπειών δημογραφικών, οικονομικών, οικονομικών, πολιτικών, αλλά και πολιτιστικών εν γένει.
Τα προβλήματα που προκύπτουν από την αναγκαστική εγκατάλειψη της πατρίδας τους αφορούν τόσο στην αδυναμία προσαρμογής τους σε ένα νέο πολιτιστικό και γλωσσικό περιβάλλον όσο και στην αδυναμία αφομοίωσης από πλευράς τους των συγκεκριμένων κωδίκων επικοινωνίας και συμπεριφοράς στις χώρες, στις οποίες καταφεύγουν.
Το παραπάνω υπογραμμίζει όχι μόνο την ψυχολογική και συναισθηματική πλευρά του θέματος ή του ζητήματος προσαρμογής των προσφύγων, αλλά πολύ περισσότερο υπογραμμίζει την έλλειψη κάθε δυνατότητας ουσιαστικής και κοινωνικής επανένταξης. Ακόμα και τα ζητήματα που άπτονται της επίλυσης του βιοποριστικού τους προβλήματος τίθενται υπό αμφισβήτηση λόγω κυρίως της μεγάλης πολιτισμικής διαφοράς μεταξύ των χωρών από τις οποίες προέρχονται οι πρόσφυγες και των χωρών που τους υποδέχονται.
Αυτή ακριβώς η διαφορά είναι που επιτείνει το φαινόμενο του «πολιτισμικού σοκ» φαινόμενο από μόνο του ανασταλτικό για την όποια απόπειρα προσαρμογής των προσφύγων.
Αυτό μπορεί να κατανοηθεί μόνο στη βάση, του τι είδους επαγγελματικής ειδίκευσης οι συγκεκριμένοι πρόσφυγες κατέχουν, μία ειδίκευση που τις περισσότερες φορές δεν τους έχει χρησιμεύσει σε τίποτα, στις υπό εγκατάσταση χώρες. Επίσης το γεγονός ότι πολλοί από τους πρόσφυγες προέρχονται από αγροτικές κοινωνίες που βρίσκονται σε ένα προβιομηχανικό στάδιο ανάπτυξης είναι αρκετό από μόνο του για να αντιληφθούμε το μέγεθος της δυσκολίας που παρουσιάζει το εγχείρημα της προσαρμογής αυτών των ανθρώπων σε κοινωνίες μεταβιομηχανικής φάσης.
Συνολικά το ζήτημα της προσαρμογής τους αφορά μια νέα ριζική επανακοινωνικοποίηση των ανθρώπων σε χώρες μάλιστα που πολλές φορές η ηθική τους, τους είναι τελείως ακατανόητη λόγω των διαφορετικών θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Για τις χώρες υποδοχής τα προβλήματα που προκύπτουν αφορούν στο ζήτημα τόσο της δημογραφικής αλλοίωσης του πληθυσμού όσο και στην έλλειψη κάθε είδους πολιτικού ή οικονομικού σχεδιασμού που να περιλαμβάνει σαν στοιχείο του νέες πληθυσμιακές ομάδες. Αιτία αυτού είναι να αναπτύσσονται ψυχολογίες ξενοφοβίας, ρατσισμού και τάσεων αποβολής των προσφύγων ή τάσεων απομόνωσής τους από το ευρύτερο κοινωνικό σώμα με αποτέλεσμα γκετοποίηση και τον εξαναγκασμό των προσφύγων σε συμπεριφορές κοινωνικής μειονότητας. Οι χώρες υποδοχής τις περισσότερες φορές είναι ανίκανες να επιτύχουν λόγω της παραπάνω έλλειψης μια αναδιανομή του εθνικού τους εισοδήματος, ώστε αυτή να συμπεριλάβει και τους πρόσφυγες. Επίσης διάκεινται αρνητικά οι πληθυσμοί αυτών των χωρών στα νέα ήθη που ενδεχομένως οι πρόσφυγες φέρνουν μαζί τους. Άμεση συνέπεια από αυτό είναι να διευρύνεται η κοινωνική ανισότητα σ’ αυτές τις χώρες αφού στην ουσία δημιουργούνται δυο μεγάλα κοινωνικά στρώματα εκ των οποίων το ένα βιώνει με αυταρέσκεια την καταναλωτική του ευμάρεια και το άλλο απομονώνεται σε συνθήκες οικονομικής μιζέριας, φθονώντας το υπόλοιπο τμήμα που δεν μπορεί να διεκδικήσει τίποτα από τα προσφερόμενα αγαθά.
Η δημιουργία κοινωνικής ρήξης τελικά είναι αναπόφευκτη, στο βαθμό μάλιστα που θίγει και κάποια κεκτημένα δικαιώματα των πολιτών μιας συγκεκριμένης χώρας.
Η πρόκληση της εποχής μας απέναντι στο πρόβλημα που λέγεται κύμα προσφύγων είναι το κατά πόσο θα μπορέσουμε να δομήσουμε μια κουλτούρα ανεκτική, τέτοια που να μπορεί να ενσωματώνει τους πρόσφυγες με όσο το δυνατόν λιγότερο οικονομικοκοινωνικό κόστος, το αν δηλαδή θα ανεχτούμε την πρόκληση για κάποιες πολιτισμικές κοινωνίες έναντι της υπάρχουσας εθνικής καθαρότητας ή με άλλα λόγια την ίδια την πρόκληση του κατά πόσο οι ανεπτυγμένες χώρες θα ενσκήψουν στα προβλήματα των αναπτυσσόμενων χωρών, δεχόμενοι να μοιραστούν μαζί τους τα αγαθά του πολιτισμού τους λύνοντας έτσι στη ρίζα του, το πρόβλημα.
Απ’ το παραπάνω συνάγεται ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος απαιτεί την οικουμενική συνεργασία και τον συντονισμό μεταξύ των διεθνών οργανισμών, των κρατών, των διαφόρων φορέων και μεμονωμένων ατόμων. Τρόποι τέτοιοι μπορεί να αναζητηθούν στη βάση ενός νέου οικονομικού σχεδιασμού, ο οποίος να παίρνει υπόψη και τους πρόσφυγες, την διάθεση κονδυλίων για την εκπαίδευση και επιμόρφωση των προσφύγων, την προσπάθεια ανάπτυξης κοινωνικών δεσμών μεταξύ προσφύγων και ιθαγενών καθώς και την παροχή της κοινωνικής αλληλεγγύης και της εξασφάλισης των βασικών βιοποριστικών αναγκών.
Μόνο μια τέτοια αντιμετώπιση του προβλήματος μπορεί να αποτρέψει την παρουσία προσφύγων ως πηγή εγκληματικότητας ή ως μόνιμη απειλή για την κοινωνική γαλήνη και ισορροπίας των χωρών υποδοχής.
Η φιλοσοφία όμως μιας τέτοιας αντιμετώπισης διαφέρει από μια απλή φιλάνθρωπη στάση στο ότι φιλοδοξεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα στη ρίζα του και όχι επιφανειακά και πρόσκαιρα.
Γιώργος Τριανταφύλλου
Κοινωνιολόγος – Πολιτευτής Ένωσης Κεντρώων.